Σελίδες

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

ΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΕΥΖΩΙΑΣ, ΜΑΚΡΟΖΩΙΑΣ ΚΑΙ ΚΑΛΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ

1) Δεν τρώμε κρέας, εκτός αν είναι κεμπάπ.
2} Δεν τρώμε γλυκό ή παγωτό, εκτός αν είναι σοκολάτα.
3} Δεν πίνουμε μπύρα, εκτός αν είναι ελληνική.
4} Δεν πίνουμε κρασί, εκτός αν είναι αγιωργίτικο.
5} Δεν κολυμπάμε στα βαθιά, εκτός αν έχουν φύγει οι καρχαρίες.
6} Δεν περνάμε με κόκκινο, εκτός αν είμαστε ολυμπιακοί ή κομμουνιστές.
7} Δεν συνουσιαζόμαστε δυο φορές με μια γυναίκα, εκτός αν έχει φέρει και τη φίλη της
8} Δεν πάμε στην εκκλησία, εκτός αν είμαστε απόγονοι των γιδοβοσκών της ερήμου.
9} Δεν ακούμε μουσική δυνατά. εκτός αν είναι ροκ.
10} Δεν βρίζουμε τον συνάνθρωπό μας, εκτός αν είναι πολιτικός.

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ή ΕΠΙΣΤΗΜΗ;

"Η θρησκεία εικάζει, η επιστήμη αποδεικνύει. Ο παραλογισμός μάχεται τη λογική, αλλά δεν θα αντέξει για πολύ ακόμα. Δεν θα αργήσει η μέρα που οι άνθρωποι θα αποτινάξουν από πάνω τους το ζυγό των ρασοφόρων και θα απαλλαγούν από την ρυπαρή παρουσία τους. Το ερώτημα βέβαια είναι, για ποιο λόγο συνεχίζουν οι πολλοί να σέρνονται πίσω από το άρμα της θρησκείας, και την απάντηση μου την έδωσε μια νεαρή φίλη: "Φοβούνται το θάνατο και τις αναποδιές της ζωής, νιώθουν ανασφάλεια και προσπαθούν να κρατηθούν από κάπου"
Εντάξει, φίλη μου, αυτό είναι εν μέρει ανθρώπινο και κατανοητό, πόση ασφάλεια όμως μπορεί να νιώσει κάποιος, στηριζόμενος σε αόριστες υποσχέσεις, σε αντιφατικές ερμηνείες και ζώντας με ψευδαισθήσεις; Η θρησκεία παραληρεί, τη στιγμή που η επιστήμη καταρρίπτει μία-μία τις θεωρίες της, αποδείχνοντας ότι η αλήθεια βρίσκεται στην έρευνα και όχι στην αποχαύνωση. Κι εγώ θα ήθελα να γνωρίζω περισσότερα για τον προορισμό του ανθρώπου, και γενικότερα της ζωής, προσπαθώ όμως να τα μάθω μελετώντας και άλλες απόψεις, πέραν αυτών που εκφράζουν τα ''ιερά'' βιβλία. Τα επιτεύγματα της επιστήμης, ιδιαίτερα στον τομέα της βιολογίας, μας παρουσιάζουν έναν άλλον κόσμο, τον οποίον δεν θα μπορούσαμε να τον φανταστούμε, αν παραμέναμε προσκολλημένοι στα γραπτά και τις αοριστολογίες των εκπροσώπων του θεού.

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΥ

'Ενα μικρό απόσπασμα από ένα ανέκδοτο αστυνομικό μυθιστόρημά μου:

 Η πρώτη εντύπωση που έδινε στον επισκέπτη το σπίτι εκείνο ήταν πως επρόκειτο για… εκκλησία. Οι τοίχοι του σαλονιού ήταν γεμάτοι εικόνες και επίχρυσα καντήλια κρέμονταν διάσπαρτα και στους τέσσερις τοίχους. Την ίδια εικόνα αντίκρισε μπαίνοντας και στο υπνοδωμάτιο.
    Βλέποντας αυτό το άκρως θρησκόληπτο σκηνικό, αναλογίστηκε, πώς γινόταν μια τόσο θρησκευόμενη γυναίκα, να είναι ταυτόχρονα και τόσο εγκληματική φυσιογνωμία; Πώς συμβάδιζε η αγάπη για τον πλησίον με την εξόντωση του πλησίον; Αναπολώντας όμως την ιστορία του χριστιανισμού, όχι αυτήν που διδασκόταν στα σχολεία, αλλά εκείνην που περιγραφόταν στα εξωσχολικά βιβλία, δεν δυσκολεύτηκε να δώσει αμέσως την απάντηση στο ερώτημά του.
     

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ''ΘΕΟΣ'' ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ένα διήγημα Ε.Φ., γραμμένο πριν από τέσσερις δεκαετίες!


    ''Mα, αφού σου λέω, έρχονται με φιλικές διαθέσεις'', επέμεινε ο Ντον.
       Ο Φλαντ τον κοίταξε με ειρωνικό βλέμμα και στο πρόσωπό του ζωγραφίστηκε ένας μορφασμός. ''Σε πληρορώ Ντον, ότι είσαι πολύ αφελής. Πιστεύεις αυτές τις ηλιθιότητες που λένε οι άλλοι;  Εγώ σου λέω ότι αποκλείεται να έρχονται σαν φίλοι. Κάτι άλλο, που εμείς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, ζητούν από εμάς και φοβάμαι οτι δεν ειναι καλό''.
      ''Νομίζεις λοιπόν ότι, από τη δική μας πλευρά, δεν μπορεί να γίνει άλλη ενέργεια; Δεν το βρίσκεις λίγο αυθαίρετο αυτό;''
     ''Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ετσι πρέπει να ενεργήσουμε'', του απάντησε ο Φλαντ, με τρόπο που δεν επιδεχόταν αντίρρηση. ''Δεν μπορούμε να το διακινδυνεύσουμε, δεν το καταλαβαίνεις; Αν έχουν κακές προθέσεις, τότε θα είναι πια πολύ αργά, για να αποφύγουμε την καταστροφή''.
        ''Ο Ντον σηκώθηκε από τη θέση του και πήγε κοντά στη τζαμαρία.   Έβαλε τα χέρια του στη μέση του και, χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει τον Φλαντ, του είπε. ''Ας υποθέσουμε ότι, αυτό που εσύ επιμένεις να κάνουμε, είναι το σωστό, πιστεύεις  όμως ότι τα έχεις υπολογίσει όλα; Νομίζεις ότι εμείς έχουμε τον τρόπο και τη δύναμη να τα βάλουμε μαζί τους; Πού ξέρεις τι μέσα διαθέτουν αυτά τα ανθρωποειδή;''
        ''Μπράβο Ντον, αυτό περίμενα τόση ώρα να ακούσω απο το στόμα σου. Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου ότι δε ξέρουμε τίποτα για τα μέσα και τις δυνατότητές τους, γι' αυτό ακριβώς επιμένω ότι πρέπει να κινηθούμε πρώτοι και να τους εξοντώσουμε, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό''.
        Ο Ντον γύρισε και τον κοίταξε με βλοσυρό βλέμμα: ''Ειλικρινά, ώρες-ώρες σε λυπάμαι. Πιστεύω ότι, όταν δεν γίνεται το δικό σου, υποφέρεις και βασανίζεσαι. Πληγώνεται ο εσωτερικός σου κόσμος. Θίγεται ο εγωισμός σου. Το χειρότερο όλων όμως είναι ότι, αυτό που συνήθως ζητάς, είναι κάτι κακό.Βλέπεις πάντοτε όλους τους άλλους σαν εχθρούς. Νομίζεις ότι όλος ο κόσμος θέλει να σε βλάψει, ότι θέλει το κακό σου. Γιατί, Φλαντ; Γιατί κρίνεις πάντα τις προθεσεις των άλλων, σύμφωνα με τη δική σου κακοπιστία; Γιατί νομίζεις ότι όλοι οι άνθρωποι, και τώρα αυτά τα καλοκάγαθα εξωγήινα όντα, είναι εχθροί σου;''
          Ο Φλαντ χαμογέλασε και δεν έδειξε να πειράζεται από τα πικρά λόγια του φίλου του: ''Δεν πειράζει., πες ό, τι θέλεις για μένα, αλλά μη νομίζεις ότι θα μπορέσεις να πείσεις τους συνοικιστές μας να κάνουν αυτο που εσύ θέλεις. Τα επιχειρήματά μου είναι λογικά και ατράνταχτα, κι έτσι, σε πληροφορώ ότι θα γινει το δικό μου. Αύριο το πρωί λοιπόν που θα ξανάρθουν οι εξωγήινοι... φίλοι μας, χα,χα,χα, θα αφήσουν για πάντα τα κοκκαλάκια τους στη Γη''.
          ''Και λες ότι, με αυτόν το τρόπο, θα απαλλαγούμε οριστικά από αυτούς;  Δεν σκέφτεσαι ότι, αν τους εξοντώσουμε, υπάρχει περίπτωση να υποστούμε τις συνέπειες;  Πώς μπορείς να είσαι σίγουρος ότι οι δικοί τους, όπου κι αν βρίσκονται, όταν το μάθουν, δεν θα θελήσουν να πάρουν εκδίκηση;''
          ''Μη φοβάσαι. Δεν θα το τολμήσουν! Αλλά, ακόμα κι αν το κάνουν, εμείς δεν θα μείνουμε με τα χέρια σταυρωμένα. Θα υπερασπισθούμε την πατρίδα μας με όλα τα μέσα και τις δυνάμεις που διαθέτουμε. Μπορεί βεβαια να ηττηθούμε, θα έχουμε όμως την ικανοποίηση ότι αγωνιστήκαμε ηρωικά και πέσαμε για το καθήκον''.

                                                 ----------------

          Ο μικρός οικισμός, με τα θολωτά γυάλινα σπίτια του, φωτισμένος από το αχνό φως της αυγής, έμοιαζε σαν ένα κοπάδι κουρεμένα πρόβατα, που βόσκουν αμέριμνα στην πεδιάδα. Άκρα ησυχία βασίλευε παντού και το μόνο που ακουγόταν, που και που, ήταν το λάλημα κάποιου πετεινού.
          Ο Ντον βγήκε έξω στη βεράντα και έρριξε το βλέμμα του στον ουρανό. Αγωνιουσε για τον ερχομό των άγνωστων εξωγήινων όντων, που σε λίγη ώρα θα προσγειώνονταν αμέριμνοι, αγνοώντας αυτό που τους περίμενε. Δυστυχώς ο Φλαντ είχε κερδίσει. Είχε καταφέρει να πείσει τους άλλους ότι, μόνον αν αιφνιδίαζαν και εξόντωναν τους μακρινούς επισκέπτες τους, θα μπορούσαν να κοιμούνται ήσυχοι στο μέλλον.
          Χαμογέλασε πικραμένα: ''Τι κρίμα'', συλλογίστηκε. ''Η ανοησία και η κακία, τις περισσότερες φορές καταφέρνουν να υπερισχύσουν της φρόνησης και της λογικής''.
          Κατέβηκε από τη βεράντα, βγήκε στο δρόμο και προχώρησε με αργό βηματισμό προς το πάρκο του οικισμού. Όταν εφτασε εκεί, είδε οτι οι άλλοι, δέκα άτομα όλα κι όλα, ήταν μαζεμένοι σε ένα κύκλο και στη μέση του κύκλου στεκόταν ο Φλαντ και τους έδινε οδηγίες.
          ''Δεν θα δυσκολευτούν να τους εξουδετερώσουν'', σκέφτηκε με θλίψη. ''Δέκα ακτινοβόλα όπλα, μορούν να ξεπαστρέψουν μια ντουζίνα ατόμων, μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, πόσο μάλλον τους φουκαράδες τους εξωγήινους, που δεν θα είναι περισσότεροι από τρεις''.
          ''Να το'', φώναξε ένας από τους άντρες, δείχνοντας με το δάχτυλό του σε ένα σημείο ψηλά στον ουρανό.
          Είχε ξημερώσει πλέον για τα καλά και το μοιραίο σκάφος διακρινόταν πεντακάθαρα. Ο Φλαντ έτριψε τα χέρια του με ικανοποίηση. Σε λίγη ώρα το σχέδιό του, θα έπαιρνε σάρκα και οστά. ''Σε νίκησα κακόμοιρο ανθρωπάκι!'' μουρμούρισε, ρίχνοντας μια λοξή, υποτιμητική ματιά στον Ντον.
          Το διαστημόπλοιο χαμήλωσε αθόρυβα και προσεδαφίστηκε λίγο πιο πέρα στο γρασίδι. Από το πλάι άνοιξε μια μικρή πόρτα και πίσω της ξεπρόβαλαν τρία μικρά στο μέγεθος ανθρωποειδή.
          ''Τώρα!'' αναφώνησε ο Φλαντ, κάνοντας σήμα με το ελεύθερο χέρι του.
          Γύρισε το κεφάλι του προς τα δεξιά, για να δει τι κάνουν οι δικοί του και το πρόσωπό του σκοτείνιασε και το χαμόγελό του θριάμβου εξαφανίστηκε ως δια μαγείας από το στόμα του. Τα μάτια του γούρλωσαν από την έκπληξη και τον τρόμο, όταν αντίκρισε την απρόσμενη κίνηση των άλλων.
          ''Έι, τρελαθήκατε; Τι πάτε να κάνετε;'' ούρλιαξε, καθώς είδε τις σκοτεινές κάννες δέκα ακτινοβόλων όπλων να σημαδεύουν εκείνον, και όχι τους εξωγήινους! 

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

ΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΚΙΟΥΜΠΕΡΤ


 Το πρώτο διήγημα Ε.Φ. που είχα γράψει, σαράντα χρόνια πριν, τότε που είχα αρχίσει την ενασχόλησή μου με τη συγγραφή! 


      Ο Νταφ είχε φορέσει το καλό του γκρι-μπλε κοστούμι, το κόκκινο καρώ του πουκάμισο και χτενιζόταν μπροστά στον καθρέφτη της ντουλάπας, όταν άκουσε το γνωστό, προειδοποιητικό κορνάρισμα του κιούμπερτ. Χαμογέλασε, έρριξε μια τελευταία φιλάρεσκη ματιά στο είδωλό του και βγήκε έξω απο το σπίτι. Το πιστό του γαλάζιο κιούμπερτ τον περίμενε εκεί, δίπλα στο ατσάλινο πεζοδρόμιο, με τη μηχανή αναμμένη. Οταν τον είδε, άνοιξε την πίσω δεξιά πόρτα του και, μόλις εκείνος μπήκε μέσα και κάθισε στο ανατομικό κάθισμά του, την ξανάκλεισε.
    ''Απόψε πάμε για γυναικοδουλειά'', του είπε ο Νταφ, κλεινόντάς του πονηρά το μάτι. ''Θέλω να είσαι διακριτικός και ιδιαίτερα προσεκτικός, έτσι κιούμπερτ; Ξεκίνα λοιπόν γρήγορα και βάλε πλώρη για το ζ15χ οικοδομικό τετράγωνο''.
    Αντί για απάντηση, το υπεραυτόματο αυτοκίνητό του, κορνάρησε τρεις φορές, αναβοσβήνοντας ταυτόχρονα το φως της μπλαφονιέρας. Αμέσως μετά ξεκίνησε, σπινάροντας και τα τέσσερα τετράπαχα λάστιχά του! Διακόσια εξήντα καθαρόαιμα άλογα ξεχύθηκαν στην άσφαλτο, κάνοντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο!
    Ο Νταφ άναψε ένα πούρο και χάζευε έξω την κίνηση, η οποία, όσο πλησίαζε προς το κέντρο, πύκνωνε περισσότερο. Οι περισσότεροι διαβάτες, αλλά και οδηγοί άλλων αυτοκινήτων, γύριζαν για να δουν τον τυχερό θνητό που καθόταν μεσα σ' εκείνο το θαύμα της τεχνολογίας, σε ένα υπεραυτόματο, ασφαλές, αυτοεπισκευαζόμενο και αυτοκινούμενο όχημα, αξίας εκατοντάδων χιλιάδων ευρονομισμάτων!
    Το όχημα έστριψε αριστερά και πήρε τη μεγάλη κεντρική λεωφόρο Φλουμς. Προσπέρασε ένα αργοκίνητο λεωφορείο, κι έπιασε τη μεσαία από τις τρεις λωρίδες του δρόμου. Άναψε τα φώτα του, κορνάρησε σε καποιον αφηρημένο, που διέσχιζε κάθετα τη λεωφόρο, έξω από τη διάβαση πεζών και, με τετάρτη στο κιβώτιο ταχυτήτων του, έφτασε γρήγορα στην πλατεία Αινστάιν. Τριάντα μέτρα πριν από τους σηματοδότες, είδε το πράσινο φως να γίνεται πορτοκαλί. Το είδαν και όλοι όσοι βρίσκονταν γύρω απο την πλατεία. Δέκα μέτρα πριν τα φανάρια το πορτοκαλί έγινε κόκκινο. Οι πεζοί που περίμεναν να περάσουν απέναντι, κατέβηκαν από το πεζοδρόμιο και άρχισαν να διασχίζουν κάθετα το οδόστρωμα. Ο ευτυχισμενος επιβάτης του τετράτροχου θαύματος της τεχνολογίας, χαζεύοντας δεξιά και αριστερά, ούτε που κατάλαβε τι επρόκειτο να διαδραματιστεί.

    Όταν, μετά από μερικές ημέρες, ο Νταφ βγήκε από το νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν, επιβιβάστηκε σε ταξί, για να μεταβεί στο σπίτι του, που βρισκόταν στην άλλη πλευρά της πόλης. Λόγω του τραύματος στο κεφάλι του, οι πρόσφατες αναμνήσεις του ήταν λίγο μπερδεμένες. Σε όλη διάρκεια της διαδρομής παρακολουθούσε την κίνηση στους δρόμους και δεν άργησε να συνειδητοποιήσει ότι κάτι είχε αλλάξει στην πόλη.  Λίγο πριν φτάσουν στο προορισμό τους, εντόπισε ποια ήταν αυτή η αλλαγή και τόλμησε να ρωτήσει τον οδηγό: “Για πες μου, σε παρακαλώ πολύ, γιατί δεν κυκλοφορούν κιούμπερτ στους δρόμους;”
    Εκείνος, έριξε μια απορημένη ματιά, μέσα από τον καθρέφτη, στον παράξενο επιβάτη του, και του εξήγησε με κάπως θυμωμένη φωνή: “Μα καλά, πού ζείτε κύριε; Δεν το μάθατε;  Από την ημέρα που, ένα από αυτά τα καταραμένα παραβίασε τον κόκκινο σηματοδότη στην πλατεία Αινστάιν, σκοτώνοντας πέντε πεζούς, συντρίβοντας ένα ρομπότ και τραυματίζοντας σοβαρά τον επιβάτη του, απαγορεύτηκε για πάντα η κυκλοφορία τους!”







ΕΠΟΥΡΑΝΙΟ ΨΥΧΙΑΤΡΕΙΟ

    Οι τελευταίοι άνθρωποι που αντίκρισε, πριν κλείσει οριστικά τα μάτια του, ήταν οι δύο θεράποντες γιατροί του. Άφησε την τελευταία του πνοή στο κρεβάτι του νοσοκομείου, αφού δεν κατάφερε να αναρρώσει από την επάρατο ασθένεια, που τον είχε καταλάβει τον τελευταίο χρόνο. Σχεδόν αμέσως μετά, βρέθηκε σε ένα μεγάλο, καταπράσινο υπαίθριο μέρος, που ήταν γεμάτο με ανθρώπους ομοιόμορφα ντυμένους με γαλάζιες φορεσιές, που σεργιανούσαν αργά ανάμεσα στα φυτά. Υπέθεσε ότι είχε πάει στον Παράδεισο, αφού αυτή ήταν η επιθυμία του σε όλη τη διάρκεια της γήινης ζωής του, παραξενεύτηκε όμως που δεν είδε πουθενά αγγέλους. Αντί γι αυτούς, είδε μόνο μερικούς ανθρώπους να κυκλοφορούν ανάμεσα στους άλλους, φορώντας άσπρες μπλούζες!
    Μπερδεύτηκε! Αλλιώς περίμενε να τα βρει εκεί. Διαφορετικά τα φανταζόταν, αλλιώς του τα είχαν περιγράψει. Σταμάτησε έναν από αυτούς με τις άσπρες μπλούζες και τόλμησε να τον ρωτήσει: “Μπορείτε να μου πείτε που βρίσκομαι; Μόλις πέθανα και υπέθεσα ότι ήρθα στον Παράδεισο, εδώ όμως μοιάζει περισσότερο με υπαίθριο νοσοκομείο''.
    ''Σωστά κατάλαβες. Για την ακρίβεια, εδώ είναι το επουράνιο ψυχιατρείο, κι εμείς με τις κάτασπρες φορεσιές είμαστε ψυχίατροι! Όλοι οι πιστοί, μετά τον θάνατό τους, καταλήγουν εδώ, κι εμείς καταβάλουμε προσπάθειες να τους θεραπεύσουμε! Στη Γη, οι ποιμενάρχες σας τον τόπο αυτόν τον αποκαλούν Παράδεισο, γιατί αλλιώς κανένας σας δεν θα ήθελε να έρθει!