Σελίδες

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

ΟΙ ΔΙΑΡΡΗΚΤΕΣ

Απόσπασμα από το ομώνυμο αστυνομικό μου μυθιστόρημα   


Αν ο Ανδροκλής έβλεπε την εμφάνιση του Μελικίδη, τη στιγμή που εκείνος έτρεχε προς το πάρκινγκ για να πάρει το αυτοκίνητό του, δεν θα τον αναγνώριζε. Ο δικηγόρος, με κατακίτρινα μάγουλα, ανασηκωμένα μαλλιά, γουρλωμένα μάτια και στραβωμένο στόμα, έμοιαζε με άνθρωπο που βρίσκεται στα πρόθυρα της υστερίας. Ο δυστυχής, έφτασε ασθμαίνοντας στο σημείο που είχε σταθμευμένο το αυτοκίνητό του και προσπάθησε να το ανοίξει. Τα χέρια του έτρεμαν και οι σπασμωδικές κινήσεις του, δεν του επέτρεπαν να πιάσει σωστά το χερούλι της πόρτας του οδηγού. Όταν το κατάφερε, μπήκε μέσα και έβαλε το κλειδί στην υποδοχή του, αλλά δεν έβαλε μπροστά. Η συμπεριφορά του μαρτυρούσε έκδηλα ότι βρισκόταν σε πλήρη σύγχυση. Στην κατάσταση που βρισκόταν, θα του ήταν πολύ δύσκολο να οδηγήσει. Ακούμπησε τα χέρια του στο τιμόνι και στύλωσε το βλέμμα του στο κενό, προσπαθώντας να ηρεμήσει και να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία του. Γνώριζε ότι με τη βιασύνη δεν θα κέρδιζε απολύτως τίποτα. Το κακό είχε γίνει και η θέση στην οποία είχε περιέλθει ήταν απελπιστική. Ύστερα από την πρωινή επίσκεψη του άγνωστου άντρα, είχε φοβηθεί ότι, αν δεν ενέδιδε στις απαιτήσεις του, θα πάθαινε κάποιο κακό, αυτό όμως που είχε τελικά συμβεί, δεν μπορούσε με τίποτα να το φανταστεί. Ανησυχούσε για τον εαυτό του, αλλά ο νους του δεν πήγε ποτέ στην οικογένειά του. Ούτε που του είχε περάσει από το μυαλό η σκέψη ότι ίσως κινδύνευαν και τα αγαπημένα του πρόσωπα, κι αυτή η αβλεψία του, τον είχε πειράξει περισσότερο απ’ όλα. Αν το είχε προνοήσει, αν είχε πάρει τα μέτρα του, όλα θα ήταν διαφορετικά και η δεκατετράχρονη κόρη του δεν θα βρισκόταν τώρα στα χέρια κακοποιών στοιχείων.
    Το είχε ακούσει από το στόμα του ατόμου που του είχε τηλεφωνήσει πριν από λίγο. «Πρόσεξε καλά τι θα σου πω», του είχε πει ο συνομιλητής του. «Αν μέχρι αύριο το μεσημέρι, δεν μας φέρεις τις συναλλαγματικές, η κόρη σου θα πάθει κακό. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στα χέρια μας και είναι στο δικό σου χέρι να την πάρεις πίσω. 

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

ΕΡΝΕΣΤΟΣ ΑΜΠΡΟΖΗΣ:Ο ΑΚΤΙΝΑΣ

Απόσπασμα από το ομώνυμο αστυνομικό μου σενάριο:


ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ-ΒΡΑΔΥ-ΛΟΦΟΣ ΣΚΟΥΖΕ

Μια σκιά βαδίζει αθόρυβα ανάμεσα στα φυτά του λόφου, και πλησιάζει κοντά στο σημείο που στέκονται και συζητούν χαμηλόφωνα δυο άντρες. Τους βλέπει να ανταλλάσουν χαρτοφύλακες, να χαιρετιούνται και τον ένα να αποχωρεί. Η σκιά πλησιάζει λίγο πιο κοντά, παρακολουθώντας συνεχώς τον δεύτερο άντρα. Εκείνος, κοιτάζει πρώτα καχύποπτα γύρω του και, αμέσως μετά, ακουμπά το χαρτοφύλακα επάνω στο γόνατό του, και τον ανοίγει. Η σκιά πλησιάζει σε απόσταση αναπνοής και, πριν ο άλλος αντιληφθεί την παρουσία της, προλαβαίνει να δει το περιεχόμενο του χαρτοφύλακα, που είναι γεμάτος χαρτονομίσματα. Ο άντρας, που δεν είναι άλλος από τον επονομαζόμενο Άρχοντα, κλείνει το χαρτοφύλακα, κι ετοιμάζεται να αναχωρήσει κι εκείνος, Καθώς όμως κάνει το πρώτο βήμα, έρχεται αντιμέτωπος με τη σκιά και αφήνει ένα επιφώνημα έκπληξης.

                                                                   ΑΡΧΟΝΤΑΣ
Τι συμβαίνει, ρε φίλε; Πάρε δρόμο από μπροστά μου, πριν σου ανοίξω καμιά κουμπότρυπα στο κεφάλι!


Καθώς βλέπει τη σκοτεινή φιγούρα να προτείνει το οπλισμένο χέρι της μπροστά, επιχειρεί πανικόβλητος να βάλει το ελεύθερο χέρι στην τσέπη του σακακιού του, για να τραβήξει το όπλο του, δυστυχώς όμως δεν προλαβαίνει. Η αθόρυβη, αδιόρατη σχεδόν, ακτίνα που εκτοξεύεται από το παράξενο όπλο του άγνωστου εκτελεστή του, τον βρίσκει στον αριστερό κρόταφο και τον ρίχνει ξέπνοο στο έδαφος!