Σελίδες

Παρασκευή 21 Μαΐου 2021

Ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΡΟΜΒΟΣ

 Σηκώθηκε από τη θέση του και πήγε ξανά κοντά στην κονσόλα. Αφού χαμήλωσε πρώτα την ένταση του ήχου, στράφηκε προς το μέρος της. «Το ξέρω ότι σε παραξενεύει αυτή η στάση μου, αλλά θέλω να ξέρεις ότι υπάρχουν πολύ σοβαροί λόγοι που μου την υπαγορεύουν».

    Πλησίασε ξανά κοντά της και κάθισε γονατιστός μπροστά στα πόδια της. «Πιστεύω ότι ο δογματισμός είναι μια άθλια εφεύρεση των κυβερνώντων, για να μας ελέγχουν και να μας ποδηγετούν. Γνωρίζεις την αρχαία ρήση που λέει ‘’διαίρει και βασίλευε’’; Σε πληροφορώ λοιπόν ότι αυτό κάνουν με το να επιβάλλουν και να συντηρούν το δογματισμό».

    Ακούμπησε το κεφάλι του στα γόνατά της και αναστέναξε δυνατά: «Μας έχουν βάλει και σκοτωνόμαστε μεταξύ μας, κι εγώ, να σου πω την αλήθεια, είμαι κάτι παραπάνω από σίγουρος ότι εκείνοι μας παρακολουθούν κρυφογελώντας και τρίβοντας τα χέρια τους από ικανοποίηση. Νομίζω λοιπόν ότι είναι μεγάλο λάθος μας, να στεκόμαστε άπραγοι».

    Στο σημείο εκείνο ένιωσε το χέρι της Ρέας να του χαϊδεύει τα μαλλιά. Σήκωσε το κεφάλι του και την κοίταξε στα μάτια. Το λάγνο βλέμμα της του υποσχόταν πολλά, και όταν εκείνη έσκυψε προς το πρόσωπό του  δεν μπόρεσε να κρατηθεί άλλο. Την αγκάλιασε σφιχτά και κόλλησε τα χείλη του στα δικά της.

   

Παρασκευή 14 Μαΐου 2021

Ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΡΟΜΒΟΣ

Ένα ακόμα μικρό απόσπασμα από το ομώνυμο μυθιστόρημά μου!

     Νιώθοντας πλέον ασφαλής, τους αγνόησε και πήγε για φαγητό. Γευμάτισε στην κουζίνα μαζί με τον Άρη και τη Νία, κι ύστερα αποσύρθηκε στο δωμάτιό του. Ξάπλωσε στο κρεβάτι με τα ρούχα και δεν άργησε να τον πάρει ο ύπνος. Όταν βγήκε για να πάει στη Ρέα, είδε δυο οικιακούς βοηθούς, έναν σε χρυσοκίτρινο χρώμα και τον άλλο σε βαθύ  κόκκινο, να παραμονεύουν τις κινήσεις του. Τον παραξένεψε η παρουσία τους εκεί και η στάση που διατηρούσαν, προσπάθησε όμως να δείξει αδιαφορία και άρχισε να βαδίζει. Τα ρομπότ τον πήραν από πίσω. Τάχυνε το βήμα του και το ίδιο έκαναν κι εκείνα. Απόρησε με την ανεξήγητη συμπεριφορά τους, υπέθεσε όμως ότι τα είχε ενοχλήσει ο πράσινος ρόμβος που φάνταζε μπροστά στο στήθος του. Μια τρελή ιδέα πέρασε τότε από το μυαλό του και αμέσως άρχισε να τρέχει. Καθώς τα ρομπότ άρχισαν κι εκείνα να τρέχουν, διαπίστωσε έντρομος ότι η ιδέα του επιβεβαιωνόταν. Έβαλε κυριολεκτικά τα πόδια στην πλάτη, οι δυο ντενεκεδένιοι άνθρωποι όμως έτρεχαν γρηγορότερα. Πανικόβλητος πια και με την πεποίθηση ότι δύσκολα θα γλύτωνε από τα χέρια τους, άρχισε να μουσκεύει στον ιδρώτα. Κόντευε να φτάσει στο σπίτι της Ρέας, τα ρομπότ όμως τον πλησίαζαν απειλητικά. Λίγο πριν την είσοδο, ένιωσε τα πόδια του να κολλάνε στο έδαφος. Ο τρόμος του κυρίευσε την ψυχή. Πιστεύοντας ότι τίποτα πια δεν θα μπορούσε να τον σώσει, αισθάνθηκε μεγάλη θλίψη που θα χανόταν έτσι άδικα και πάνω στο άνθος της ηλικίας του. Τη στιγμή που οι διώκτες του άπλωσαν τα σιδερένια χέρια τους για να τον συνθλίψουν, πετάχτηκε πάνω έντρομος.

    Ανακάθισε στην άκρη του κρεβατιού του και ξεφύσηξε με ανακούφιση. «Διάολε, όνειρο ήταν», φώναξε σχεδόν, σκουπίζοντας με την παλάμη του το ιδρωμένο του μέτωπο. Έμεινε λίγο σ’ εκείνη τη στάση για να συνέλθει από τον εφιάλτη και μετά πήγε στο μπάνιο.

Δευτέρα 10 Μαΐου 2021

Ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΡΟΜΒΟΣ

 Ένα μικρό απόσπασμα από το ομώνυμο μυθιστόρημά μου:


    Λίγο πριν φτάσει μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας, συναντήθηκε με έναν… οικιακό βοηθό, που κουβαλούσε μια σακούλα με σκουπίδια, και το απρόσμενο αυτό συναπάντημα τον έκανε να χαμογελάσει και να ξεχάσει τα προβλήματα που τον απασχολούσαν. Το ρομπότ πέρασε δίπλα του χωρίς  να ενδιαφερθεί για την ανθρώπινη παρουσία  και ο Λεό ένιωσε ένα παράξενο συναίσθημα αντικρίζοντας μια μηχανή που έμοιαζε με άνθρωπο να μη φοράει δογματικά σύμβολα.

    Χτύπησε το κουδούνι και, μόλις η Ρέα του άνοιξε, μπήκε μέσα στο ισόγειο και κατευθύνθηκε προς τον ανελκυστήρα. Καθώς πατούσε το κουμπί κλήσης, με την άκρη του ματιού του έπιασε μια χρυσοκίτρινη  φιγούρα να πλησιάζει κοντά του. Είχε τελειώσει τη δουλειά του και ήρθε και στάθηκε δίπλα του. Ο Λεό ένιωσε την ανάγκη να του απευθύνει το λόγο. Δεν γνώριζε αν τα ρομπότ ήταν προγραμματισμένα να συζητούν με ανθρώπους, δεν θα έχανε όμως τίποτα αν το δοκίμαζε. Το θεώρησε σαν μια καλή ευκαιρία να παίξει ένα μικρό παιχνίδι με ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα που είχε δημιουργηθεί  να υπηρετεί τον άνθρωπο.

    «Εδώ μένεις;» το ρώτησε κοιτάζοντάς το διαπεραστικά.

    «Μάλιστα, κύριε», πήρε την απάντηση από μια τσιριχτή φωνή, κι ένιωσε θαυμασμό για τους κατασκευαστές του, που είχαν καταφέρει να φτιάξουν ένα τόσο άψογο μηχανικό κατασκεύασμα.