Σελίδες

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

MOA BONES (Δημήτρης Αρώνης)

Απόσπασμα από έμπειρο μουσικοκριτικό, για το λάιβ του γιου μου στη DEATH DISCO.


''Ένα κατάμεστο μαγαζί, από τις λίγες φορές που το συναντώ σε live του συγκεκριμένου χώρου, κάτι που όχι απλά με εντυπωσίασε αλλά η πρώτη λέξη που μου ήρθε στο μυαλό ήταν Wow, όπως και το ίδιο είπα όταν άκουσα τον Moa Bones ή αλλιώς Δημήτρη Αρώνη.
Προσπαθώ να βρω λέξεις να περιγράψω αυτό που άκουσα… αν έχετε ακούσει Neil young, Johnny Cash και Bob Dylan, τότε σίγουρα δεν έχετε ακούσει κάτι μεταξύ όλων! Με μια κιθάρα και λιγοστά φώτα πίσω του, ξεκίνησε να τραγουδά, μεταφέροντάς σε κάπου ανάμεσα σε ταινία με στοιχεία country καθώς και σε μια ρομαντική βραδιά με φωτιά, κάτω από τα αστέρια του Texas. Όσο αστείο και να ακούγεται, η μουσική είναι απέραντο ταξιδιωτικό γραφείο που έχεις την χαρά να μεταφέρεσαι δωρεάν. Εάν ο καλλιτέχνης πετύχει την μεταφορά αυτή, τότε σίγουρα ο σκοπός του πέτυχε. Αυτό λοιπόν νομίζω και για τον συγκεκριμένο, γιατί όχι απλά κατάφερε να αποσπάσει την προσοχή μου και να με πάει κάπου αλλού, αλλά να με κάνει να τον δω και πολύ σοβαρά''.

Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

WAR PIGS

                            ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΡΩΝΗΣ  

                                                    

               ΣΥΛΛΟΓΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ
     
1.    ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ  ΠΟΛΕΜΟΥ                                           σελ.  2
2.    Ο  ΕΦΙΑΛΤΗΣ                                                               ‘’   11
3.    ΜΙΛΤΟΣ Ο ΤΑΡΙΦΑΣ                                                    ‘’   15
4.    Ο  ΔΕΣΠΟΤΗΣ                                                                ‘’   22
5.    Ο  ΒΕΤΕΡΑΝΟΣ                                                              ‘’   25
6.    ΠΡΟΧΩΡΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΣΥΝΘΗΜΑ                                  ‘’   34
7.    Ο  ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ                                                          ‘’   38
8.    ΜΗΔΕΝΑ ΠΡΟ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΜΑΚΑΡΙΖΕ                        ‘’  46
9.    ΡΕΝΕΑΜ  325                                                                  ‘’  55
10.   ΥΔΡΟΧΟΟΣ                                                                     ‘’   73
11.   Ο  ΥΠΕΡΑΙΩΝΟΒΙΟΣ                                                       ‘’   84
12.   Ο  ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ                                                             ‘’    89
13.  Η ΘΕΩΝΗ, Ο ΠΑΠΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ                     ‘’    91
14.  ΖΥΘΟΥΠΟΛΗ: Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ                   
15.   ΣΤΟ ΠΤΩΧΟΚΟΜΕΙΟ                                               
16.  ΓΚΟΥΑΛΑΓΚ                                            
17.   Η ΦΥΛΗ ΤΩΝ ΗΛΙΘΙΩΝ                         
18.  ΣΤΟ ΑΠΟΤΕΦΡΩΤΗΡΙΟ                          
19.  ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΤΩΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ               
20.  ΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΚΙΟΥΜΠΕΡΤ
21. Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
22. Ο ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΠΡΟΞΕΝΗΤΗΣ
23. Ο ΑΝΙΧΝΕΥΤΗΣ           



Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Ο ΙΟΣ

   Ο Ντόρης βρισκόταν για πέμπτη συνεχόμενη μέρα, κλεισμένος μέσα στο σπίτι του, λόγω της πανδημίας, και κόντευε να λαλήσει. Κολλημένος μπροστά στην τηλεόραση, και ακούγοντας συνεχώς τα νέα για την εξάπλωση του ιού και για τα ολέθρια αποτελέσματά του, εκτός από τα άσχημα συναισθήματα που τον πλημμύριζαν, ένιωθε μιαν ανείπωτη ανία και έναν αφόρητο τρόμο για το μέλλον. Τον τρόμαζε η ιδέα ότι μπορούσε κι εκείνος να συμπεριληφθεί ανάμεσα στα χιλιάδες θύματα της θανατηφόρας νόσου, εκείνο όμως που τον τρόμαζε περισσότερο ήταν οι οικονομικές επιπτώσεις που θα είχε, στην περίπτωση που κατάφερνε να επιβιώσει και το φαινόμενο αυτό διαρκούσε πολύ!
    Είχε κλείσει το μαγαζί του, χάνοντας κάπου πεντακόσια ολόκληρα ευρώ την ημέρα, ενώ ταυτόχρονα οι υποχρεώσεις του συνέχιζαν να τρέχουν, και η μεγαλύτερη από όλες ήταν η λήξη του δανείου στο τέλος του επόμενου μήνα, που είχε πάρει από τον Μπρέβη. Τριάντα χιλιάδες ευρώ δεν ήταν πολλά, και ένα μέρος από αυτά τα είχε ήδη συγκεντρώσει, να όμως που, όχι μόνον δεν θα μπορούσε να μαζέψει και τα υπόλοιπα, αλλά θα αναγκαζόταν να ξοδέψει και αυτά που είχε στην άκρη.
    Η κατάσταση ήταν απελπιστική και τον είχε φέρει στα πρόθυρα της παραφροσύνης. Σκεφτόταν διαρκώς το μεγάλο εκείνο πρόβλημά του, αλλά λύση δεν μπορούσε να βρει. Καθισμένος στον καναπέ του σαλονιού, και κάνοντας ζάπινγκ στην τηλεόραση, κάποια στιγμή έπιασε ένα κανάλι, που έδειχνε την κατάσταση που επικρατούσε στα νεκροτομεία. Τα πτώματα ήταν στοιβαγμένα σε σωρούς μέσα σε μια αίθουσα και, όπως άκουσε τον ρεπόρτερ να λέει, δεν  γινόταν πλέον καμιά νεκροτομή. Λόγω της πληθώρας των θανάτων από τον δολοφονικό ιό, θεωρήθηκε επικίνδυνο και ανώφελο, αφού όλοι, έτσι κι αλλιώς, πέθαιναν από την επιδημία. Και τότε του ήρθε η ιδέα. Την γυρόφερε για λίγο μέσα στο μυαλό του και, στο τέλος, την οριστικοποίησε και αποφάσισε να την πραγματοποιήσει.
    Σηκώθηκε από τον καναπέ, φόρεσε τη μάσκα και τα γάντια του και βγήκε από το διαμέρισμά του. Ο Μπρέβης καθόταν στο ρετιρέ της ίδιας πολυκατοικίας και δεν είχε συγκάτοικο. Ο ογδονταπεντάχρονος κροίσος ήταν χήρος και δεν είχε παιδιά, και είχε κλειστεί κι εκείνος μέσα, λόγω της πανδημίας. Μια φορά την εβδομάδα βέβαια τον επισκέπτονταν μια καθαρίστρια και μια νοσηλεύτρια, για να του προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, αλλά τις υπόλοιπες μέρες καθόταν μόνος. Το γεγονός ότι εκείνες θα ξανάρχονταν μετά από δύο μέρες, εξυπηρετούσε πολύ το σχέδιό του. Θα τον έβρισκαν νεκρό και θα συμπέραιναν ότι είχε πεθάνει από τον ιό. Νεκροψία, έτσι κι αλλιώς, δεν επρόκειτο να γίνει.
    Ανέβηκε στον πέμπτο όροφο, στάθηκε μπροστά στην πόρτα του διαμερίσματος και χτύπησε το κουδούνι. Του άνοιξε ο ίδιος ο γέρος.
    ‘’Μπα, πώς από δω;’’ Τον υποδέχτηκε με έναν κάπως ειρωνικό τρόπο.
    Ο Ντόρης ένιωσε να του ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. ‘’Τον πούστη, τον παλιόγερο’’ σκέφτηκε με θυμό, κι ένιωσε την επιθυμία να τον σκυλοβρίσει. Συγκρατήθηκε όμως και, μπαίνοντας μέσα, αρκέστηκε να του πει: ‘’Σας έφερα τα λεφτά, που σας χρωστάω’’.
    Ο γέρος έκλεισε την πόρτα και άλλαξε αμέσως συμπεριφορά. Το πρόσωπό του έλαμψε από χαρά και πήρε τον Ντόρη από το χέρι, βάζοντάς τον να καθίσει στον καναπέ.
    ‘’Αυτό που μου λες είναι πολύ ευχάριστο, και δεν το περίμενα να γίνει’’, του είπε, καθώς γέμιζε ένα ποτήρι με ποτό από την κάβα του.
    Ο Ντόρης τον άφησε να του φέρει το ποτό και, τη στιγμή που ο άπληστος και σπαγγοραμμένος γέρος το ακουμπούσε δίπλα του, τον άρπαξε από το λαιμό. Δεν χρειάστηκε να τον σφίξει πολύ. Σε δυο λεπτά ο Μπρέβης ήταν νεκρός. Τον σήκωσε και τον ξάπλωσε στον καναπέ, κι ένιωσε ένα μεγάλο βάρος να φεύγει από πάνω του. Θα τον έβρισκαν οι δυο κυρίες που θα έρχονταν μεθαύριο και, ο κατάλογος με τα      θύματα του ιού, θα αυξανόταν κατά ένα ακόμα άτομο!