ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ… ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ
“Λυκούργο, τι έχεις αγόρι μου, γιατί είσαι έτσι; Τι σου συμβαίνει; Πες μου σε παρακαλώ, γιατί θα τρελαθώ από την αγωνία μου’’.
Ο νέος άντρας ξάπλωσε βαρύς στον καναπέ του σαλονιού, έκανε μια χειρονομία απόγνωσης και ψέλλισε με δυσκολία: “Τα ψέματα τελείωσαν, Μαίρη μου! Σήμερα ήταν η τελευταία μου ημέρα στο εργοστάσιο. Με απέλυσαν, κι εμένα και όσους είχαν απομείνει” .
Η Μαίρη έπεσε στην αγκαλιά του, κλαίγοντας γοερά.
“Μα γιατί;” ρώτησε τον άντρα της, παρόλο που γνώριζε από πριν την απάντηση. “Έδιωξαν εσένα, τον καλύτερο υπάλληλο της εταιρίας; Πώς μπόρεσαν να το κάνουν αυτό;”
“Μας έφαγε η τεχνολογία, κορίτσι μου”, της εξήγησε αυτός. “Χθες, παρέλαβαν και την τελευταία παρτίδα των αυτόματων, υπερσύγχρονων, ηλεκτρονικών μηχανημάτων, κι έτσι, σήμερα το πρωί, μας ανήγγειλαν ψυχρά ότι δεν μας χρειάζονταν άλλο”.
“Πω, πω, και τι θα απογίνουμε τώρα, Λυκούργο; Πώς θα ζήσουμε; Πώς θα μεγαλώσουμε τα παιδιά μας;”
“Προς το παρόν θα τα βολέψουμε, κορίτσι μου”, την καθησύχασε εκείνος, χαιδεύοντάς της τα μαλλιά. “Μην ανησυχείς, θα πάρουμε γερή αποζημίωση. Αργότερα, βλέπουμε. Έπειτα, μην ξεχνάς ότι, στην ίδια θέση με μας, βρίσκεται ο μισός σχεδόν πληθυσμός της μικρής μας πόλης. Δεν πιστεύω οι αρμόδιοι να μας αφήσουν να πεινάσουμε. Κάποια λύση θα βρεθεί, για να λυθεί αυτό το τόσο σοβαρό πρόβλημα”.
“Να φύγουμε, Λυκούργο, να πάμε να ζήσουμε αλλού”.
“Και τι θα γίνει, αν πάμε σε άλλο μέρος; Νομίζεις ότι εκεί θα είναι καλύτερα; Το ίδιο φαινόμενο, καλό μου κορίτσι, παρατηρείτε παντού. Εδώ τουλάχιστον έχουμε το σπιτάκι μας, το νοικοκυριό μας. Μην απελπίζεσαι. Κάποια λύση θα βρεθεί, γιατί διαφορετικά προβλέπω ότι θα χυθεί αίμα!”
.-----------------------.
Ο γκριζομάλλης άντρας γύρισε και κοίταξε τον νεοφερμένο και τον ρώτησε: “Τι νέα λοιπόν, ρε Λυκούργο; Σε χάσαμε. Δυο μήνες είχαμε να σε δούμε. Πώς τα περνάς;”
“Τι ρωτάς μωρέ Αλέξη; Λες και δεν τα ξέρεις;”
¨Τα ξέρω, πανάθεμά με”, τσίριξε ο Αλέξης. “Πού θα πάει αυτό το πράγμα; Πόσο θα αντέξουμε ακόμα;”
“Όχι και πολύ. Σύντομα το ηφαίστειο θα εκραγεί. Βλέπεις, οι κύριοι που μας κυβερνούν, αδιαφορούν για μας. Νοιάζονται μόνο για την καρέκλα τους”.
Ο Αλέξης έσκυψε το κεφάλι του και είπε, χαμηλώνοντας τη φωνή του: “Οι άλλοι κάτι ετοιμάζουν. Το θέμα δεν μπορεί να μείνει έτσι. Δεν θα καθίσουμε με τα χέρια σταυρωμένα, περιμένοντας το μοιραίο”.
“Μα είναι αναπόφευκτο”, συμφώνησε Ο Λυκούργος. “Δεν σου είχα πει τις προάλλες ότι σύντομα θα σκάσει η βόμβα;”
Ήπιε μια γουλιά καφέ και συνέχισε: “Στα άλλα κράτη οι κυβερνήσεις έχουν πάρει και ορισμένα μέτρα, για την ανακούφιση των πολιτών. Εδώ πέρα, τι έχουν κάνει; Όλο λένε ότι σκέφτονται να βρουν μια λύση, αλλά μέχρι στιγμής τίποτα. Εγώ μάλιστα αμφιβάλλω αν τους απασχολεί αυτό το θέμα”.
“Εδώ που τα λέμε”, κούνησε το κεφάλι του ο Αλέξης, “έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, είναι δύσκολο να βρεθεί βιώσιμη λύση”.
“Δεν έχει και άδικο”, συμφώνησε ο Λυκούργος, κουνώντας το κεφάλι του.
“Τότε λοιπόν βλέπεις άλλη λύση, από αυτήν που μας είχε προτείνει ο Ζήσης, ο ηλεκτρονικός μας;” ρώτησε ο Αλέξης.
“Δυστυχώς όχι”, σούφρωσε τα χείλη του ο Λυκούργος, ενώ μια λάμψη φώτισε τα γαλανά του μάτια.
.______________.
Το τεράστιο εργοστάσιο φωτιζόταν ολόγυρα από μεγάλους προβολείς και φάνταζε επιβλητικά απέναντι από τα μικρά σπίτια της πόλης, ενώ μερικά ρομπότ-φύλακες έκοβαν βόλτες στον περίβολο, φυλάγοντάς το σαν Κέρβεροι.
Ο Λυκούργος σκούντησε με τον αγκώνα του τον Αλέξη και τον ρώτησε ψιθυριστά: “Πώς θα βγάλουμε από τη μέση ετούτα τα θηρία, μπορείς να μου πεις;”
“Μη σε απασχολεί”, τον καθησύχασε ο Αλέξης. “Αυτό θα το φροντίσει ο Ζαφείρης ο ηλεκτρονικός μας”.
Ο Αλέξης έβγαλε μια συνθηματική κραυγή, που έμοιαζε με κράξιμο κουκουβάγιας, και στο λεπτό, πίσω από τους θάμνους, ξεπρόβαλλε μια κοντόσωμη αντρική φιγούρα.
“Αυτός είναι ο Ζαφείρης”, εξήγησε στον Λυκούργο ο Αλέξης. “Σε μερικά λεπτά, θα μας έχει ανοίξει το δρόμο, για να μπούμε ελεύθερα στο εργοστάσιο”.
“Χμ, ξέρεις κάτι;”, μουρμούρισε ο Λυκούργος, “δε νομίζω ότι…, να, πώς να σου το πω;”
“Τι συμβαίνει, Λυκούργο; Τι θέλεις να πεις; Τι μασημένες κουβέντες είναι αυτές; Εξηγήσου καθαρά”.
Ο Λυκούργος ξεροκατάπιε και άρχισε να λέει: “Πρόσεξε να δεις κάτι. Το σκέφτηκα λίγο πιο ώριμα, το βασάνισα πολύ και θέλεις να σου πω τι συμπέρασμα έβγαλα; Με την ενέργειά αυτή που πάμε να κάνουμε τώρα, να καταστρέψουμε δηλαδή το εργοστάσιο, δεν πρόκειται να κερδίσουμε τίποτα. Μάλλον θα χάσουμε, κι εμείς και οι συμπολίτες μας. Θα πρότεινα λοιπόν να την αναβάλλουμε προς το παρόν και να σκεφτούμε το θέμα λίγο πιο ψύχραιμα. Έχω μάλιστα στο μυαλό μου και κάποιο σχέδιο”.
“Σοβαρολογείς τώρα;”, τσίριξε ο Αλέξης. “Νομίζεις ότι υπάρχει άλλη καλύτερη λύση; Πιστεύεις ότι θα μπορέσουμε να πείσουμε τους άλλους να γυρίσουν πίσω; Αν δεν καταστρέψουν αυτά τα μηχανήματα που μας έχουν κλέψει το ψωμί, που μας έχουν ρίξει στην ανεργία, δεν πρόκειται να ησυχάσουν”.
“Για αναλογίσου όμως τις συνέπειες”, κούνησε το κεφάλι του ο Λυκούργος. “Αν το κάνουμε, δεν πρόκειται πια ποτέ, να ξανασηκώσουμε κεφάλι. Σκέψου πιο ψύχραιμα και προσπάθησε πείσεις και τους άλλους. Κάνε ό, τι μπορείς, τώρα που είναι ακόμη νωρίς. Διαφορετικά, είμαστε χαμένοι για πάντα”.
._____________________.
Η Μαίρη σηκώθηκε βαριεστημένα από το κρεβάτι της και πήγε στο παράθυρο και τράβηξε τις κουρτίνες, για να μπει μέσα το φως του πρωινού. Χαμογέλασε κι ένιωσε ευχαριστημένη με την όμορφη θέα που αντίκρισαν τα μάτια της. Το μυαλό της γύρισε μερικά χρόνια πριν, στο αξέχαστο εκείνο βράδυ, που άλλαξε οριστικά και προς το καλύτερο τη ζωή τους.
Το στήθος της φούσκωσε από υπερηφάνεια, καθώς σκέφτηκε ότι, όλα αυτά τα θαυμαστά πράγματα που απολάμβαναν τώρα οι κάτοικοι του οικισμού τους, τα χρωστούσαν στην αποφασιστικότητα, τη σύνεση και την εξυπνάδα του αντρούλη της. Ο Λυκούργος ήταν εκείνος που, την ύστατη ώρα, αποσόβησε τα έκτροπα που επρόκειτο να γίνουν στο εργοστάσιο. Ο Λυκούργος ήταν αυτός που σκέφτηκε ότι, η στροφή των άνεργων εργατών στην αγροτική ζωή, θα έλυνε, όχι μόνον το πρόβλημα της ανεργίας, αλλά και το πρόβλημα του μαρασμού της υπαίθρου. Τέλος, ο Λυκούργος ήταν αυτός που πρωτοστάτησε στις ενέργειες που ακολούθησαν, για την πραγματοποίηση αυτού του μεγαλόπνοου σχεδίου!
Έτσι, χάρη στο Λυκούργο, η κυβέρνηση συνειδητοποίησε τα οφέλη που προέκυπταν από αυτήν την αλλαγή, και παραχώρησε τεράστιες, ανεκμετάλλευτες δημόσιες εκτάσεις στους άνεργους εργάτες και τους ακτήμονες γεωργούς. Πολά προβλήματα λύθηκαν με αυτήν την έξυπνη κίνηση. Λύθηκε το πρόβλημα της ανεργίας, το πρόβλημα της γεωργικής υποπαραγωγής, το πρόβλημα του συγκεντρωτισμού, κι ένα σωρό ακόμη προβλήματα!
Η Μαίρη χαμογέλασε στη σκέψη ότι, όλοι τώρα οι αγρότες, είχαν αποκτήσει υπεραυτόματα γεωργικά μηχανήματα για τα χωράφια τους και ηλεκτρονικές, οικιακές συσκευές. Πολλοί, μέχρι ρομπότ υπηρέτες είχαν αποκτήσει. Μάλιστα, ποιοι, αυτοί που, μερικά χρόνια πριν, άκουγαν μηχάνημα και άφριζαν από το κακό τους.
“Μαμά, μαμά, τρέξε γρήγορα”, την έβγαλε από τις σκέψεις της η φωνή της επτάχρονης κορούλας της. “Η Ελπίδα έριξε κάτω το δίσκο με το πρωινό μας”.
Η Μαίρη έτρεξε γρήγορα στην τραπεζαρία και φρόντισε να κάνει την απαραίτητη παρατήρηση στην οικιακή βοηθό τους: “Ελπίδα, τι πράγματα είναι αυτά; Δεν προσέχεις λιγάκι; Εσύ δεν έκανες ποτέ λάθη”.
“Δεν φταίει η Ελπίδα, μαμά”, πετάχτηκε η κόρη της. “Ο Γιαννάκης φταίει, που συνέχεια τη σκαλίζει. Να, την ώρα που η Ελπίδα σήκωνε το δίσκο από το τραπέζι, αυτός πήγε από πίσω της και γύρισε το διακόπτη λειτουργίας της στη θέση OFF”.